μεγαλοφανής

μεγαλοφανής
(Μεγαλόπολη, 3oς αι. π.Χ.). Φιλόσοφος. Ήταν μαθητής του Αρκεσίλαου, ενώ ο Πλούταρχος τον αναφέρει ως δάσκαλο του Φιλοποίμενος. Αυτοεξορίστηκε για να γλιτώσει από την τυραννία που επικρατούσε στην πατρίδα του και αργότερα συμμετείχε στην εκθρόνιση του τυράννου της Σικυώνας Νεοκλή. Έργα του δεν έχουν διασωθεί.
* * *
-ές (ΑM μεγαλοφανής, -ές)
μεγαλοπρεπής στην όψη ή στο παράστημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο)-* + -φανής (< φαίνω), πρβλ. δημο-φανής, τηλε-φανής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μεγαλοφανής — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγαλοφάνει — Μεγαλοφάνης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Μεγαλοφάνεϊ , Μεγαλοφάνης masc dat sg (epic ionic) Μεγαλοφάνης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοφανές — μεγαλοφανής masc/fem voc sg μεγαλοφανής neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλ(ο)- — και μεγα / μεγά (ΑM μεγαλ[ο] και μεγα / μεγά ) α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθετο μέγας, μεγάλου. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι, κατά κανόνα, προσδιοριστικού τ. (δηλ. το α συνθετικό… …   Dictionary of Greek

  • μεγαλόφανος — η, ο μεγαλοφανής. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + φανος (< φαίνομαι, πρβλ. διά φανος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”